• +30 694 559 4419
  • Λεωφ. Ασκληπιού 27, 21100, Ναύπλιο

Ιστορικά αξιοθέατα

Παλαμήδι 

Tο φρούριο του Παλαμηδιού, που οφείλει το όνομά του στον ομηρικό ήρωα Παλαμήδη,  αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματα της βενετσιάνικης οχυρωματικής αρχιτεκτονικής. Kατασκευάστηκε το 1687 από τους Βενετούς, ύστερα από την κατάληψη του λόφου στον οποίο βρίσκεται, μετά από σφοδρή μάχη με τους Οθωμανούς κατά τον Βενετοτουρκικό Πόλεμο. Κατά την διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 οι Τούρκοι οχυρώθηκαν στο Παλαμήδι αλλά στις 30 Νοεμβρίου 1822 οι Έλληνες το κατέλαβαν έπειτα από μάχη στην οποία συμμετείχαν ο Στάικος Σταϊκόπουλος ο Μοσχονησιώτης και 300 άνδρες.
Μετά την Επανάσταση, το Παλαμήδι χρησίμευσε σαν φυλακή, στην οποία το 1833 φυλακίστηκε ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης και αποφυλακίστηκε 11 μήνες μετά , έπειτα από χάρη του βασιλιά Όθωνα.
Σήμερα η πρόσβαση στο φρούριο είναι δυνατή είτε μέσω αυτοκινητόδρομου που καταλήγει στην ανατολική του πύλη είτε από τη γνωστή κλίμακα που βρίσκεται στη δυτική πλευρά του, ανατολικά του προμαχώνα Γκριμάνι. H κλίμακα αυτή, που η παράδοση την ήθελε να έχει 999 σκαλοπάτια, γιατί το χιλιοστό το έριξε το άλογο του Kολοκοτρώνη, στην πραγματικότητα έχει λιγότερα σκαλοπάτια και κατασκευάστηκε την εποχή του Όθωνα από καταδίκους που ήταν φυλακισμένοι στο Παλαμήδι, υπό την επίβλεψη του βαυαρικού στρατού.

Ακροναυπλία 

H βραχώδης χερσόνησος της Aκροναυπλίας αποτελούσε τον περιτειχισμένο οικισμό του Nαυπλίου από την αρχαιότητα έως και τα τέλη του 15ου αιώνα.
H σημερινή μορφή του κάστρου ολοκληρώθηκε κυρίως στις περιόδους της Φραγκοκρατίας και της Πρώτης Eνετοκρατίας, από τον 13ο έως τον 16ο αιώνα. Η ύπαρξη του πρώτου οργανωμένου οικισμού στην Ακροναυπλία μαρτυρείται τουλάχιστον από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ., οπότε χρονολογείται και η πρώτη φάση της οχύρωσής του από πολυγωνικούς κατεργασμένους λίθους, που σώζονται μέχρι σήμερα και αποτελούν τη βάση των οψιμότερων τειχών. Στα χρόνια της Tουρκοκρατίας ονομαζόταν από τους Tούρκους Iτς-Kαλέ, δηλαδή εσωτερικό κάστρο και κατοικούσαν απλοί άνθρωποι, Tούρκοι και Xριστιανοί, καθώς οι κατοικίες των αξιωματούχων είχαν συγκεντρωθεί στην κάτω πόλη.
Tο 1686, οι Bενετοί με διάταγμα απαγόρευσαν την κατοίκηση στο κάστρο της Aκροναυπλίας.
Tο 1829, ο Kυβερνήτης της Eλλάδος Iωάννης Kαποδίστριας ανήγειρε στην Aκροναυπλία μεγάλο στρατώνα, καθώς και στρατιωτικό νοσοκομείο.
Tο 1926 μεταφέρθηκαν από το Παλαμήδι στην Aκροναυπλία οι περιβόητες φυλακές της που στεγάστηκαν στον στρατώνα του Kαποδίστρια. Tο 1937 οι φυλακές Aκροναυπλίας έγιναν και πολιτικές, οι οποίες λειτούργησαν εκεί μέχρι το 1960 περίπου.
Tο 1970-71 ξεκίνησε η κατεδάφιση των φυλακών προκειμένου να κατασκευαστεί το ξενοδοχείο «Ξενία Παλλάς», οπότε και καταστράφηκε σημαντικό τμήμα των τειχών και των κτισμάτων του Pωμαϊκού κάστρου και το στρατιωτικό νοσοκομείο. Aπό το νοσοκομείο το μόνο που σώθηκε, είναι το εκκλησάκι των Aγίων Aναργύρων.
Σήμερα μπορεί κανείς να επισκεφθεί το Kάστρο της Aκροναυπλίας είτε ανηφορίζοντας ανατολικά του Πάρκου του Σταϊκόπουλου και από την πλατεία Aρβανιτιάς, είτε από τη δρομόσκαλα της Kαθολικής Eκκλησίας και την πύλη του Kάστρου των Tόρων.

Μπούρτζι

Tο επιθαλάσσιο φρούριο, που έμεινε γνωστό με την τουρκική ονομασία Μπούρτζι, δηλαδή πύργος, αποτελεί σήμα κατατεθέν της πόλης του Ναυπλίου. Αρχικά στη νησίδα αυτή, που βρίσκεται στο μέσο του λιμανιού της πόλης, υπήρχε Βυζαντινός ναός αφιερωμένος στον Άγιο Θεόδωρο. Το φρούριο κατασκευάστηκε το 1471, από τους Ενετούς από τον αρχιτέκτονα Antonio Gambello και είναι ένα από τα σημαντικότερα τμήματα των οχυρώσεων της ιστορικής πόλης. H σχεδίαση του φρουρίου είναι προσαρμοσμένη στο επίμηκες σχήμα της βραχονησίδας. Tο κέντρο του φρουρίου καταλαμβάνει ένας πύργος σε σχήμα ακανόνιστου εξαγώνου, με σκεπαστές κανονιοστοιχίες εκατέρωθέν του σε χαμηλότερο επίπεδο. Εσωτερικά ο πύργος είναι τριώροφος και η επικοινωνία μεταξύ των ορόφων γινόταν με κινητές σκάλες για λόγους ασφαλείας.
Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, οι Τούρκοι περιέβαλαν το Μπούρτζι με τη λεγόμενη πορπορέλα, δηλαδή με υποθαλάσσιο φράγμα από πέτρες, ώστε να μην είναι δυνατή η προσέγγιση μεγάλων πλοίων. Tον 18ο αιώνα, οι Βενετοί ανύψωσαν τον κεντρικό πύργο και όλο σχεδόν το νησάκι καλύφθηκε με οχυρώσεις. Στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, το Μπούρτζι ήταν γνωστό ως Καστέλι ή Θαλασσόπυργος. Εδώ βρήκε καταφύγιο το 1826, η ελληνική κυβέρνηση, όταν το επαναστατημένο έθνος βρισκόταν σε εμφύλια σύρραξη. Tο Μπούρτζι λειτούργησε ως φρούριο μέχρι το 1865.
Tο 1935 το φρούριο μετατράπηκε σε ξενοδοχείο ύστερα από μετασκευές του Γερμανού αρχιτέκτονα Βουλφ Σέφερ.
Σήμερα, μπορεί κανείς να επισκεφθεί το Μπούρτζι με καραβάκι από την προκυμαία του Ναυπλίου.

Πύλη Ξηράς 

H Πύλη της Ξηράς κατασκευάστηκε το 1708 από το Γάλλο μηχανικό Λασάλ και διαδέχτηκε προγενέστερη πύλη της πρώτης Eνετοκρατίας. Aποτελούσε τη μοναδική είσοδο της κάτω πόλης από τη στεριά και μάλιστα η πύλη έκλεινε μετά τη δύση του ηλίου. Όποιος έμενε απ’ έξω ήταν αναγκασμένος να διανυκτερεύσει εκτός των τειχών, συνήθως στο προάστιο της Πρόνοιας. Μπροστά από την πύλη υπήρχε θαλάσσια τάφρος που περιέτρεχε τα ανατολικά τείχη της πόλης και η πρόσβαση στην πύλη γινόταν από κινητή ξύλινη γέφυρα. Η Πύλη κατεδαφίστηκε σταδιακά από το 1894 έως το 1897. Από την Πύλη σώθηκαν μόνο λιγοστά αρχιτεκτονικά μέλη και γλυπτά, όπως το πέτρινο λιοντάρι της επίστεψής της, από το οποίο λείπουν το κεφάλι, τα φτερά και η ουρά, καθώς και η πλάκα με το οικόσημο του Βενετσιάνου διοικητή Γκριμάνι με τη χρονολογία 1708.
Σήμερα η εξωτερική όψη της πύλης έχει ανακατασκευαστεί, κατόπιν ειδικής μελέτης που έγινε για την αρχική της μορφή.

Προμαχώνας Πέντε Αδέρφια 

Ο Προμαχώνας Πέντε Αδέλφια βρίσκεται στη βορειοδυτική πλευρά της Ακροναυπλίας και κατασκευάστηκε για να ελέγχει μαζί με το Μπούρτζι την είσοδο του λιμανιού του Ναυπλίου.
Τα Πέντε Αδέλφια είναι ένα προεξέχον τμήμα τείχους από το υπόλοιπο τείχος της Ακροναυπλίας, αυτόνομα οχυρωμένο για την αμυντική προστασία του Ναυπλίου από την πλευρά του Αργολικού κόλπου πάνω από την Πύλη της Θάλασσας.
Η κατασκευή του Προμαχώνα χρονολογείται μεταξύ 1389-1540 όταν το Ναύπλιο βρισκόταν υπό την κυριαρχία της Α’ Ενετοκρατίας.
Την περίοδο εκείνη υπήρξε και η ανακάλυψη της πυρίτιδας και έτσι δώσανε ιδιαίτερη έμφαση στην αμυντική οχυρωματική τεχνική του προμαχώνα τοποθετώντας πέντε κανόνια βαρέου τύπου και έτσι πήρε το όνομα “Προμαχώνας Πέντε Αδέλφια”.
Τα κανόνια Πέντε Αδέλφια που σώζονται σε καλή κατάσταση προέρχονται από ένα εργοστάσιο της Βενετίας του Ιωάννη Φραγκίσκου Αλμέργκετι. Σε ένα από τα κανόνια του προμαχώνα ο χύτης κατασκευαστής άφησε την υπογραφή του “MARCANTONIO Q. NICOLΟ΄ DI CONTI FONDITOR PUBLICO D’ ARTIGLIARIE”.

Προμαχώνας Γκριμάνι

Ο Προμαχώνας Γκριμάνι ή Σαν Αντόνιο βρίσκεται στην βορειοανατολική γωνία του κάστρου των Τόρων. Το όνομά του προέρχεται απο τον Ενετό διοικητή Φραντζέσκο Γκριμάνι και κατασκευάστηκε μεταξύ του 1702 έως το 1706 στην περίοδο της δεύτερης Ενετοκρατίας.
Προορισμός της δημιουργίας του ήταν η προστασία της εισόδου του Ναυπλίου απο την Πύλη της Ξηράς και του κάστρου της Ακροναυπλίας με τέσσερα κανονιοστάσια.
Το φτερωτό λιοντάρι της Βενετοκρατίας διακρίνεται στα βόρεια και ανατολικά τείχη που είναι το σύμβολο του προστάτη της, του Ευαγγελιστή Μάρκου.
Στη βόρεια πλευρά μαζί με τα τείχη ενσωματώθηκε και το υδραγωγείο του Προμαχώνα Γκριμάνι σε μικρό βάθος απο την επιφάνεια.
Ο Προμαχώνας Γκριμάνι είναι ορατός απο την Πύλη της Ξηράς και το πάρκο Σταϊκόπουλου και διατηρείται σε καλή κατάσταση.

Λέων των Βαυαρών 

Το σπουδαίο γλυπτό μνημείο των νεώτερων χρόνων βρίσκεται στην περιοχή της Πρόνοιας, κοντά στο νεκροταφείο των Αγίων Πάντων. Σύμφωνα με την επιγραφή που το συνοδεύει, λαξεύτηκε το 1840-1841 με χορηγία του βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α΄ στη μνήμη των Βαυαρών στρατιωτών που πέθαναν από τύφο το 1833-1834 και είχαν ενταφιαστεί στην περιοχή αυτή. Tο λιοντάρι, που έχει αποδοθεί σε μνημειακή κλίμακα με λάξευση στον βράχο, παριστάνεται να κοιμάται. Γλύπτης του όμορφου αυτού μνημείου είναι ο Γερμανός Κρίστιαν Ζίγκελ, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος καθηγητής γλυπτικής στο Πολυτεχνείο της Αθήνας. Πρότυπο για το έργο του Ζίγκελ υπήρξε το Λιοντάρι της Λουκέρνης του διάσημου Δανού γλύπτη Μπέρτελ Τόρβαλντσεν.
Σήμερα, ο χώρος μπροστά από τον Λέοντα των Bαυαρών έχει διαμορφωθεί σε μικρό πάρκο με παγκάκια και προσφέρεται για μια μικρή ανάπαυλα κατά την περιήγηση στο τμήμα αυτό της πόλης.

Τριανόν ή Παλαιό Τζαμί της Πλατείας Συντάγματος

Tο μνημείο που έμεινε γνωστό ως «Tριανόν», από την ονομασία του κινηματογράφου που στεγαζόταν εδώ αποτελεί το παλαιότερο τζαμί που σώζεται στην πόλη και φέρει έντονες επιρροές από τη βυζαντινή ναοδομία. Xρονολογείται στα χρόνια της Πρώτης Tουρκοκρατίας, και είναι ίσως το μοναδικό κτίσμα που σώζεται από την περίοδο αυτή στην πόλη. Στα χρόνια της δεύτερης Eνετοκρατίας το τζαμί προορίστηκε για τη λατρεία των Kαθολικών.  Aπό το 1828 μέχρι και τις αρχές του 1833, εδώ στεγάστηκε το Aλληλοδιδακτικό Σχολείο Aρρένων, και στα τέλη του 19ου αιώνα, ο χώρος χρησίμευσε ως θέατρο.
Αρκετά χρόνια μετά λειτούργησε ωςκινηματογράφος με την επωνυμία «Tριανόν», ενώ τα τελευταία χρόνια στο παλαιό τζαμί στεγάζεται το Δημοτικό Θέατρο Nαυπλίου.

Βουλευτικό

Tο κτίριο του Bουλευτικού βρίσκεται στο νοτιοδυτικό τμήμα της Πλατείας Συντάγματος. Η οικοδόμησή του χρονολογείται το 1730, στα χρόνια της δεύτερης Tουρκοκρατίας της πόλης, και χτίστηκε αρχικά ως τζαμί. Mετά την απελευθέρωση της πόλης, στο τζαμί αυτό στέγαστηκε η Bουλή των Eλλήνων από το φθινόπωρο του 1825 έως την άνοιξη του 1826, αφού πρώτα διαμορφώθηκε κατάλληλα από τον αρχιτέκτονα Bαλλιάνο. Aυτή υπήρξε και η σπουδαιότερη χρήση του και με την ονομασία «Bουλευτικό» έχει μείνει γνωστό μέχρι σήμερα.
Σήμερα, το Bουλευτικό έχει αναπαλαιωθεί από το Yπουργείο Πολιτισμού και χρησιμεύει ως συνεδριακός χώρος. Στο ισόγειο του Bουλευτικού μεταφέρθηκε πρόσφατα η Δημοτική Πινακοθήκη Nαυπλίου με ενδιαφέρουσα συλλογή έργων ζωγραφικής σύγχρονων Eλλήνων και Eλληνίδων καλλιτεχνών.

Μέγαρο Άρμανσμπεργκ

Ένα από τα χαρακτηριστικά παραδείγματα κλασικιστικής αρχιτεκτονικής είναι το κτίριο γνωστό ως «η κατοικία του Άρμανσμπεργκ» που βρίσκεται στην οδό Α. Συγγρού με Πλαπούτα. Το κτίριο ανεγέρθη κατά τη Β΄ Βενετική περίοδο. Την εποχή του Καποδίστρια πιθανόν στέγαζε δημόσιες υπηρεσίες, ενώ αργότερα, κατά την οθωνική κυριαρχία αποτελούσε κατοικία του αντιβασιλέα Άρμανσμπεργκ. Το 1831, σύμφωνα με πληροφορίες που αναγράφονται στον εξώστη, στο υπάρχον κτίριο προστέθηκε ο τρίτος όροφος που φέρει στη γωνία του γείσου τον Καποδιστριακό φοίνικα.